- καταλείβεται
- καταλείβωpour downpres ind mp 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Okeanos — auf einem Mosaik der Basilika im Stadtzentrum Petras, spätes 5. Jahrhundert n. Chr. Okeanos (griechisch Ὠκεανός, latinisiert Oceanus) ist eine Gottheit der griechischen Mythologie … Deutsch Wikipedia
καταλείβω — (Α) 1. χύνω, στάζω κάποιο υγρό 2. μτφ. (για δάκρυα) κλαίγοντας φθείρω το σώμα («τί σοι καιρός... δέμας... καταλείβειν» τί σέ ωφελεί να λειώνεις με τα δάκρυα το σώμα σου 3. παθ. καταλείβομαι α) λειώνω από τη θλίψη («καταλειβομένας ἄλγεσι πολλοῑς» … Dictionary of Greek